|
ο шахтёр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шахтёр? — γαιανθρακωρύχος как с (ново)греческого переводится слово γαιανθρακωρύχος? — шахтёр — σαγματοποιία — ψευτοθόδωρος — κρυφομίλητό — κοζάκικος — ατέρμονας — κατακοπιάζω — διαθέτω — ακρωτηριασμένος — πιλάλα — στομαχιάζομαι — πλέγμα — αναδιορθώνω — φιόγκος — σουβλερός — φονικός — τυφεκιοφόρος — ερεθιστικά — παραιτούμαι — υπαισθησία — υπερσίτιση — μονόδρομος |
|||