|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποκαθηλώνω? — — ανακόλλι — πυτιά — παστουρμάς — καζίνο — δαφνόλαδο — βουτυρόπαιδο — κρούσομαι — χοροπήδημα — αναμηρυκασμός — προβλέπω — λακωνικός — παράθλαση — πελεκούδι — ανάλγητος — χνοασμός — πατσαβούρα — μοντέρνος — γιγαντωμένος — πεύκο — δόλιος — αμνηστεύω |
|||