|
το 1) бродячая собака; 2) паразит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бродячая собака? — χασαπόσκυλο как на (ново)греческом будет слово паразит? — χασαπόσκυλο как с (ново)греческого переводится слово χασαπόσκυλο? — бродячая собака, паразит — αντιναύαρχος — κουταμάρα — μικρομετρία — διασαφώ — εξηντατρίχης — ελασματοποιώ — γιορντάνι — ανθρωπίζω — ζύγι — ελλειπής — βασανισμένος — παραχαράκτης — αγωνιστικός — αποπέρα — μαχμούρης — άλλος — διάταση — εθνομάρτυς — ακτινιδίνη — κατουρλιάρης — αμπάλωτος |
|||