|
кроваво-красный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кроваво-красный? — αιμόχροος как с (ново)греческого переводится слово αιμόχροος? — кроваво-красный — τριβή — οδοντογλύφανο — ατάνυγος — παραμαγνητικός — μισουρανής — άνοδος — επιτήδευμα — στύφω — λυχνοσβήστης — επιχειρηματικός — αμπής — ταλέντο — κάθαρμα — λαμπύρισμα — δρυμοβάτις — απόλιγο — γκουάς — προεόρτιο — ορός — αποκλήρωση — νοθογένεια |
|||