|
η бот. мускатник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мускатник? — μοσχοκαρύα как с (ново)греческого переводится слово μοσχοκαρύα? — мускатник — συνεργάτης — διάραχο — αρρωσταίνω — καταπιάνομαι — πληγούρι — μελινίτιδα — ξυλογνωσία — εξηκοστό — αδιαφόρετος — ομοσπονδία — γογγύλι — κιμαδιάζω — αποκλήρωση — υβρεολόγιο — εμπήγω — απαγίδευτος — συνοχή — χτυποκάρδι — ηπατορραγία — ρυάζομαι — κουτσοδουλειά |
|||