|
η 1) анат. коленная чашечка; 2) наколенник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коленная чашечка? — επιγονατίδα как на (ново)греческом будет слово наколенник? — επιγονατίδα как с (ново)греческого переводится слово επιγονατίδα? — коленная чашечка, наколенник — ουτοπία — χυμευτής — Σταύρος — καμακιστής — γειαίνω — θαλασσίλά — ανθελμινθικός — μιαντός — υψηλοτάτη — υδροπρίονο — εννεαπλάσιος — σαμιώτικος — ψοφάκι — καλαθοπλεκτηκή — μισοφούστανο — δεκατετραέτης — πανούργος — συγκαμένος — αφωταγώγητος — επιφανειακά — φιόρδ |
|||