|
το солемер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово солемер? — αλατοστάθμιον как с (ново)греческого переводится слово αλατοστάθμιον? — солемер — εναρκτήριος — ασφαλίσιμος — αποσκοπώ — ελασματουργείον — ρυτίδωμα — απογράφω — επιχωριάζω — μπουσουλίζω — αζύγιαστος — συναποθνήσκω — γειτονεύω — μουδιασμένα — αποδοσίδι — φυσιοθεραπεύτρια — εικονικότητα — κοσμολογικός — πεντάχορδος — μπαγκάζια — κατσικίσιος — επιδρώ — εκφασισμός |
|||