|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово απευαισθητοποιώ? — — λούσιμο — εμπροσθέλλα — αλούπι — σιλουέττα — βέβηλος — κοπή — συμπορεύομαι — κολαστής — φορτηγήσιος — εγκάρσιος — οφείλω — αναβάσιμος — ανταλλαγμένος — μουσουνίζω — μαρτυρία — χαροκόπι — εμφράκτης — υπασπιστήριο — πάπρικα — παγκοσμιοποιώ — καρτέρημα |
|||