|
бесконечно #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово απειράκις? — — τυφλογράφος — προεξοφλώ — ραδιοτεχνίτης — σμυριδόχαρτο — βατραχάνθρωπος — ντεφορμέ — υστεροπληγία — τερπνό — ψευδοθεωρία — απάρνηση — γρια — νέο — φαρμακοληψία — γαλλοφιλία — κοινοποιώ — έγκλητος — αβλεψιά — σημαίνων — ταυρόμορφος — καταδίνω — τσινώ |
|||