|
το прядь (верёвки, каната и т. п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прядь? — εμπουλο как с (ново)греческого переводится слово εμπουλο? — прядь — ημιχρόνιο — αρρενομίκτης — αρχίτερα — αλευτέρωτος — κεντρόφύξ — οδοιπορώ — παρώρεια — Τσιγγάνος — σφυροκόπηση — κακοπερνώ — νοικοκυρεύω — λαχανόγουλο — νταλγκατζής — ασκόνταφτος — βαριεστιμάρα — άλευρο — αναφούφουλος — αμυγδαλωτό — τρελαίνομαι — λουτρό — μπλόγκι |
|||