|
равновеликий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово равновеликий? — ισομεγέθης как с (ново)греческого переводится слово ισομεγέθης? — равновеликий — δυσκολοβάσταχτος — ιπποδρόμιο — καντάρι — εχθρικότητα — ρυπαρογράφημα — ραφείο — εδαφολογία — εξαμηνίτης — μαγνητόφωνο — αστραποβόλημα — διαφώτιστος — στειμμένος — αβούλητος — ξαναφτιάχνω — αψικορία — μπαστουνόβλαχος — υποθηκοφυλακείο — βικίο — Ιταλιάνος — έκφραση — χαράκτης |
|||