|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σύμμειγμα? — — γερολύκος — αντιστέκουμαι — περισπωμένη — σγόμπος — σαρανταπέντε — Ρουμάνα — εσχάρωση — ξεκλωσσώ — ανάκουος — σύντομα — πρόσπτωσις — το — γκαίνιαση — γειά — βλάχος — σερνικός — ανθρωπομορφίζω — δικαιοδόχος — μικροφάγα — δύση — καταπατώ |
|||