|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πνευμονολογικός? — — βούλλα — καφεοφοτεία — αποσκορακισμός — μονοπωλώ — γολέττα — ρήμαγμα — στρύχνος — ρεβιζιονισμός — κουτουρού — εφορεύω — απολογητής — αμαρεύω — δίπραχτος — δρομαίως — πηλοβασία — σκαντάλι — ετερότης — αραιόσαρκος — άϋλος — εξωδίκως — εγνωσμένος |
|||