|
ο архиерей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово архиерей? — αρχιερέας как с (ново)греческого переводится слово αρχιερέας? — архиерей — μοσχάτο — εφήβαιο — συγκριτικά — εγγυητήριο — φαντάρος — λαθεμένος — γαγγραίνιασμα — αστροφυσικός — πενηντάρικος — αιχμική — απλανητικός — πάρλα — χαλαράδα — συκοπερίβολο — κουτσομεσιάζομαι — κέρδος — κοκκορέτσι — αναδρομικός — στέλλω — ευτηξία — αλληλοτραυματίζομαι |
|||