|
снимать чулки, носки [x:trans][снимать чулки,снимать носки/x:trans] #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξεκαλτσώνω? — — ξετρελλαίνω — Πυθία — ράντα — αξετασιά — φυσαλίδα — αντράκλα — όρυγμα — χασμουρώμαι — ξειδάτος — φιλώ — γενεσιουργός — ανατέλλω — μεσοσπονδύλιος — βροντολαλώ — χωμάς — ανεπίπλωτος — γραφιδοθήκη — ασώματος — υποσκέλιση — καλοδέχομαι — εγέρθητι |
|||