|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγαλματολατρεία? — — βραδυκαρδία — υποδηματοβιομήχανος — ανθοπαραγωγή — καυσιμότης — απόπιωμα — αρχαϊσμός — φασίστας — αρρητίνωτος — κούτσαμα — λιπάση — πόρρω — άντζα — φθειρικός — κάμαρη — κουδούνισμα — αλατοπίπερο — ενασκώ — τιμάρι — ξενοφοβικός — αναφεγγιά — λυμεών |
|||