|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπόρι? — — σιγμός — διανόημα — φαλακροκόραξ — αρράϊστος — άπλα — βίαος — ύαλος — αδικητής — καθένας — μελλέτι — πειραματίστρια — βιαστής — αυτοκυβερνιέμαι — ολοκάθαρος — λιγεύω — ενεχυροδανειστής — καυσόξυλα — κολασμός — πυθαγόρειος — γανωτζής — πολυτάραχος |
|||