Новогреческий словарь
ακομπανιάτορος
ακομπανιάτορ|ος
ο
аккомпаниатор; концертмейстер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аккомпаниатор
? —
ακομπανιάτορος
как на
(ново)греческом
будет слово
концертмейстер
? —
ακομπανιάτορος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακομπανιάτορος
? — аккомпаниатор, концертмейстер
#
(ново)греческий словарь
—
στιγμιογράφησις
—
παλικαράς
—
πολυτρύπητος
—
ποδοπάτημα
—
κοινάτορας
—
πιέζομαι
—
ροζιάρης
—
μικροσκελής
—
μεταπείθω
—
κλαρί
—
μονοθεϊσμός
—
άφθα
—
αποθησαυριστέος
—
ομοσπονδία
—
ξεστούπωμα
—
ιερουργία
—
ξεμούδιασμα
—
δραματουργός
—
αντιπροσαγόρευσις
—
εξαργορώσιμος
—
ξυπνητούρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве