ακροποδητί

формы словаβ
ακροποδητί
на цыпочках;
          βαδίζω ~ — ходить на цыпочках



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово на цыпочках? — ακροποδητί
как с (ново)греческого переводится слово ακροποδητί? — на цыпочках


Χιλιανήραδιοτηλεφωνίακοψαχείληςεράνισμαδικηγορικάκεφάλααπόκρυφαεπικρέμασηφωτέϊγακρόστροφοςυπέρμεγαςαξαρμάτωτοςμάλιστακτίσμαάφροντιςζήτημαλιγνάδακαρπώνομαισυγκόλλησηπροαγγελίααρχιψεύτης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit