|
девять #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово девять? — εννιά как с (ново)греческого переводится слово εννιά? — девять — κιρίσια — πουκαμισάδικο — κώνος — ράπισμα — επεισοδιακός — ορθολογιστής — εγωπαθής — γκαζομετρητής — κουνουπάκι — περιστήθιο — δωροδοκία — ευθυμογραφικός — αντηχητικός — μούσκουλο — αλατότοπος — φτεροκοπώ — λαίμαργος — οικονομάω — δεκοεννεαετής — θερμικός — κακοθελήτρια |
|||