|
полосатый, в полоску #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полосатый? — ριγέ как на (ново)греческом будет слово в полоску? — ριγέ как с (ново)греческого переводится слово ριγέ? — полосатый, в полоску — αρσενικώδης — παράλια — ρετσινόκολλα — θερμοκρασιακός — ενσπόνδυλος — παραμεσημβρινός — υδροδόκη — μάκενα — ακούσιος — επιπλήσσω — λαγωνίκα — λογογραφικός — δουλοπαροικία — ξαναρρωσταίνω — μιαρότης — μαργώνω — απντάλης — αναπαλμός — γλωσσοδέρνομαι — ζυμάση — κινάρα |
|||