|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποβαρβαρώνω? — — πλιθάρι — δυσμηνόρροια — φιλέλληνας — βρέμα — πολεμόω — αξεσήκωτος — στομαχάκι — χωρογραφία — πιρούνι — κυλιούμαι — μακαρονοποιός — κυκλωτικός — Κεραμικός — πλώρα — μελλοθάνατος — τσιγκούνης — αναπόφευκτος — ηλεκτροπαραγωγικός — μαστιχη — δακρυδόχος — ρασοφορώ |
|||