Новогреческий словарь
σκεπαστικός
σκεπαστικός
защитный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
защитный
? —
σκεπαστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκεπαστικός
? — защитный
#
(ново)греческий словарь
—
γλειψιά
—
αναζωπυρώ
—
ιταλικός
—
χειραγώγηση
—
μαζί
—
καταρροή
—
καλαθούνα
—
ξεγεννώ
—
κατσικοπόδης
—
σκύψιμο
—
θερμόαιμος
—
ξεμουδιάζω
—
ακροπατώ
—
απειροπλασίως
—
αιμολυσία
—
καψερός
—
απογλείφω
—
μελισσομάντρι
—
ζώση
—
επισύρω
—
ρυτιδώδης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве