Новогреческий словарь
ήγγειλα
ήγγειλα
αόρ. от αγγέλλω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ήγγειλα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ασπαστός
—
ξομολόγηση
—
οφειλή
—
ταχυδακτυλουργικός
—
αισθητισμός
—
υδραργυρούχος
—
κεχριμπαρένιος
—
σουβλερός
—
διαρρέω
—
κλακέρ
—
ακυκλοφόρητος
—
βομβυκοτρόφος
—
διανόηση
—
κλοιός
—
ατονία
—
Ευμενίδες
—
συννεφόσκιαστος
—
μανταρισμένος
—
πυροτεχνουργός
—
απομετράω
—
απόκομμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве