Новогреческий словарь
πετρόψαρο
πετρόψαρο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετρόψαρο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πνευμονορραγία
—
ομφαλικός
—
φαεινή
—
μυρρόλη
—
οστρεοκομείο
—
στήριξη
—
φυσίγγι
—
γονατάω
—
αρωγή
—
γλυκολαλιά
—
αλυσιτελής
—
μεταξοσκωληκοτροφικός
—
καταδώνω
—
δορυάλωτος
—
υπερφαλαγγίζω
—
αμαυρωτής
—
τοιχίζω
—
βρεσίδι
—
ανήστευτος
—
θηριοδαμαστής
—
αρτηριοσκληρωτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве