|
проволочный завод #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово проволочный завод? — συρματουργείο как с (ново)греческого переводится слово συρματουργείο? — проволочный завод — κλειδοκόκκαλο — αυτογραφική — αινώ — αυτοπροσωπογράφος — κωλαρίνος — πανωφόρι — εισαεί — επεχόμενον — κλάπα — γλαρίς — φουσκωμένος — φράνκο — εξαγόραση — έκκαυμα — πόρρωθεν — λαγωχειλία — βάρσαμο — διάσπαση — φακιδιάρης — μπολικαίνω — ενδομητρίτις |
|||