Новогреческий словарь
σκιαγραφικός
σκιαγραφικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκιαγραφικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
στοματοπάθεια
—
ξεθεμελιωτής
—
τουρκόφιλος
—
καρμίρω
—
πεντάλεπτος
—
αλεξίπτωτο
—
εξοδεύομαι
—
ιεροκρατικός
—
κεραυνοβολία
—
στοίχιση
—
αδιασαφήνιστος
—
διασκέπτομαι
—
πολυβολαρχία
—
ρητορισμός
—
μηνίσκος
—
ξεκακίζω
—
χλωριούχος
—
τριμελής
—
αποστασία
—
ολιγοψυχία
—
μικροπολιτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве