Новогреческий словарь
πορθώ
πορθώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πορθώ
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κακόφερτος
—
προπαιδεία
—
κασκόλ
—
κολύμβηση
—
αλυσοδένω
—
διάξυλο
—
σχηματοποίηση
—
κτίση
—
πανταλόνα
—
αυτοματισμός
—
ανομνιάζω
—
κάλυκας
—
επταπλάσιος
—
προξενήτρια
—
ποταμόπλοιο
—
τάχιστος
—
πλεκτάνη
—
χαλκοκορώνη
—
αποθηριώνω
—
απομυξίζομαι
—
κουίντέττο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,