|
1) безмолвный; ~ θρήνος — беззвучные рыдания; 2) неразумный; ~η πράξη — неразумный поступок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово безмолвный? — άλογος как на (ново)греческом будет слово неразумный? — άλογος как с (ново)греческого переводится слово άλογος? — безмолвный, неразумный — απατεώνισσα — αχυλιά — αναζώνομαι — πόρνη — χώριση — διακυβερνώ — εγγράφομαι — δριμύοσμος — υπεγγυότητα — συμπαιγνία — σταυρωτής — συνωμοτώ — σιδηροπάσσαλος — προπηλάκισμός — φετίχ — οζοντιστήρας — κονιδάρειο — αγκαθάρα — ξυλαποθήκη — πειθαρχώ — βραχιολάκι |
|||