|
ο порицатель; критик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово порицатель? — επικριτής как на (ново)греческом будет слово критик? — επικριτής как с (ново)греческого переводится слово επικριτής? — порицатель, критик — τεμπέλιασμα — μερεμέτιασμα — παγανιστής — ψυχαγωγώ — ποτίζομαι — αφρόψαρο — παρεπόμενο — σπεκουλάρω — άθρησκος — σκυλοκαβγάς — κακογέννητη — ξιφούλκηση — βογάω — πληρωνόμενος — αερίσιμος — καταγεμίζω — φοροδοτικός — λαμποκοπώ — μονιμότητα — ιταμός — ακολασία |
|||