Новогреческий словарь
ψευδίζω
ψευδίζω
шепелявить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шепелявить
? —
ψευδίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψευδίζω
? — шепелявить
#
(ново)греческий словарь
—
τεχνηέντως
—
βυζαντινολόγος
—
αναδίνω
—
δεκαεπτάκις
—
κατονομασία
—
φορμαλίστρια
—
γονής
—
βούλευμα
—
χρεώνω
—
καπνεργάτρια
—
επιδεικτισμός
—
μείξη
—
ριζοσπαστικότητα
—
αυτοκαταγγέλλομαι
—
ύπνωση
—
προεδρεία
—
σιαγόνι
—
κοινόλεκτος
—
σύξερος
—
κωλογάμητος
—
οργανικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве