Новогреческий словарь
καθημαγμένο
καθημαγμένο
окровавленный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
окровавленный
? —
καθημαγμένο
как с
(ново)греческого
переводится слово
καθημαγμένο
? — окровавленный
#
(ново)греческий словарь
—
μπαλκονάκι
—
δάγκαμα
—
εμφιλοχώρηση
—
κολύμβημα
—
καθησυχάζω
—
πιατάκι
—
λιθαράκι
—
ξαδέρφη
—
μπόλι
—
συνεκτικότητα
—
κατασβεννύω
—
φετφάς
—
ερωτόπληκτος
—
ζαστανώνω
—
χιλιμιντρίζω
—
δελέασμός
—
χρυσόψαρο
—
δαφνόκουκκο
—
κεκαλυμμένος
—
άφτιαστος
—
υδρόμυλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,