|
пёстрый, разноцветный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пёстрый? — ποικιλόχρωμος как на (ново)греческом будет слово разноцветный? — ποικιλόχρωμος как с (ново)греческого переводится слово ποικιλόχρωμος? — пёстрый, разноцветный — ανάρμεγος — αμοιβαίος — μασουρίζω — ζαπιές — διαφέρομαι — πολυθεϊστικός — αλαφρόμυαλος — εκτίμηση — δεκαπλασίασμός — καρκινοβασία — υπηρέτρια — απρόοπτος — ημιέκταση — μπαρμπέρης — ακαλανάρχητος — άντωση — μισάωρο — εκβαθύνω — συσχετισμός — ξυπάζομαι — Σλαύος |
|||