|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαυρομάτικο? — — πτυελίνη — αττικίζω — ψευτοδουλειά — σφανταχτερός — πλιό — λεμφοπενία — ψυχομαχάω — μαυράδι — καθιστά — περιαδράχνω — ρελιάζω — βουτυρέμπορος — πονηρεύομαι — αλληλοκατανόηση — ανεμοβροχιά — ωτολογία — σύμπλοκος — αβαθύρριζος — θρέμμα — Ρ — γλύτωμα |
|||