ετάθην

формы словаβ
ετάθην
παθ. αόρ. от τείνω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ετάθην? —


δέντρωμαανεγορευωεγκληματικότητασκλώπαελλείπονπορτογαλλικόςτριφωφοσφορικόςεδέτσικληροδότηςαδιάγνωστοςξεσυνέρισμααυτούνοςεξαιρέσιμοςκλαδίπροσέχωσυκεώνμύωμαακυριολεκτώμαγκανοπήγαδοπαιδικάταπρίων




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit