προκατακλυσμιαί|ος

формы словаβ
προκατακλυσμιαί|ος
допотопный



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово допотопный? — προκατακλυσμιαίος
как с (ново)греческого переводится слово προκατακλυσμιαίος? — допотопный


διαγώνιοςσαραντάμερογαλακτίτηςπάπιασκοντάπτωφαραδισμόςαισθητήριοπαραταξιακόςοινικνόςανερεύνητοςμικροζωάριοανθρωπολατρείατριβελλίζωαλτρουιστικάβραδύπνοιαπλακίπλήρωμαλιγδιάζωθαμποφέγγωπραξικοπηματικάσκάρος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit