|
допотопный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово допотопный? — προκατακλυσμιαίος как с (ново)греческого переводится слово προκατακλυσμιαίος? — допотопный — διαγώνιος — σαραντάμερο — γαλακτίτης — πάπια — σκοντάπτω — φαραδισμός — αισθητήριο — παραταξιακός — οινικνός — ανερεύνητος — μικροζωάριο — ανθρωπολατρεία — τριβελλίζω — αλτρουιστικά — βραδύπνοια — πλακί — πλήρωμα — λιγδιάζω — θαμποφέγγω — πραξικοπηματικά — σκάρος |
|||