Новогреческий словарь
διατοιχίζομαι
διατοιχίζομαι
мор.
испытывать боковую качку
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
испытывать боковую качку
? —
διατοιχίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
διατοιχίζομαι
? — испытывать боковую качку
#
(ново)греческий словарь
—
διαδικασία
—
μαρκήσα
—
συμπιεστής
—
επίκουρος
—
διαβάτης
—
χαμαιπετής
—
ακατακράτητος
—
κουταλιάζω
—
χαρουπόψωμο
—
ουσιαστικοποιούμαι
—
αναληθές
—
σκουριάζω
—
υδαρής
—
εκχύλισμα
—
υατσίνθι
—
άπλα
—
διαφιλονικούμενος
—
ανεπιστρεπτί
—
πηγαίνω
—
μονομερίτικος
—
διανόηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве