επεγενόμην

формы словаβ
επεγενόμην
αόρ. от επιγίνομαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово επεγενόμην? —


σελέμισμασφήκαμεταλλογνωσίαμελέτητσέφλοιοξανθόςενσπόνδυλοςανοσολογίαδιαρροϊκόςβόλτααντιπαραλληλίζωσκάλτσαμεθορμίζωεμπορευματοκιβώτιοριζικάαρίφνηταβελτίωσηπροσπέλασηραγισμένοςπαρανομίαπαρελκύω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit