|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναπυρώνω? — — πίσσωμα — δημοσιονομικός — αποπνικτικός — ξερόβηχας — καμπάδικος — φανερώνω — σπιτήσιος — κοντοκλότσης — μασκαράς — κομπαστικός — λαμπαδάριος — διαφέρον — ευταξία — φρουριακός — προωθητικός — ανεπιμιξία — προπύλαια — συνεκτικά — ξινοστάφυλο — περίγελως — φιλόλαος |
|||