|
το супружеская чета #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово супружеская чета? — αντρόγυνο как с (ново)греческого переводится слово αντρόγυνο? — супружеская чета — βεβαιώνομαι — σιναπικός — ξωκλήσι — ανεξανάγκαστος — διαπνέω — καμίνι — μετοικώ — κουφοβράζω — ασημοκλαίω — αφρόγαλο — ενσταβλίζω — ακαρίκωτος — γραφειοκρατικός — αναχωρώ — δροσιστικά — προκατασκευάζω — δοσμένα — θρούβαλο — Φράγκα — αντικαπιταλιστικός — κωλόπαιδο |
|||