|
αόρ. от τέμνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово έταμον? — — κωλύομαι — σοδομικός — αχαμνίζω — αποφύλλισμός — αναρριχώμαι — μαρμαρογλύφος — πολυδακτυλία — ενοικίζω — ρελιάζω — ξύπνιος — σαποονόφουσκα — γαλαξίδα — αστίλβωτος — αγνωστικιστικός — κουτσονούρα — απλούστευση — νεκροταφείο — υαλοειδής — τετράπους — χαραματιά — συγγραφή |
|||