|
ο кларнет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кларнет? — ευθύαυλος как с (ново)греческого переводится слово ευθύαυλος? — кларнет — ψευδοκλασσικισμός — Πορτογάλλος — επευφημία — ξαναγυρίζω — ευεπίδεκτος — υπερεπαινώ — ολονέν — πλαστογραφώ — άφθαστο — υποδιδάσκαλος — βαθούλωμα — ανελκτήρ — δικαιοπραξία — λεγάτος — συνευθύνομαι — σηροτροφείο — μυγιόγγιχτος — ακολάτσιστος — μπαλαδόρος — κατάφαση — ζουμπερέκι |
|||