|
лисий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лисий? — αλεπουδένιος как с (ново)греческого переводится слово αλεπουδένιος? — лисий — παρασημαίνω — εμψυχώνομαι — υφαίρεση — κατάκλιτος — γναφεύς — κατατάσσομαι — τσαπατσούλικα — ψιλοδουλειά — εφελκίδωσις — Βατοπέδι — ακλώσσευτος — ανεξάτμιστος — ζερβής — ενηλικότητα — σκότος — σκούτερ — αιματίτης — ποδαγρικός — ανδηροειδής — λάμπα — φαίνομαι |
|||