|
η 1) замена, замещение; 2) подмена (одного другим) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово замена? — υποκατάσταση как на (ново)греческом будет слово замещение? — υποκατάσταση как на (ново)греческом будет слово подмена? — υποκατάσταση как с (ново)греческого переводится слово υποκατάσταση? — замена, замещение, подмена — υλακή — βαθύπλουτος — υπόμνηση — τυρόγαλο — κουρτίνα — περονιάζω — αναβάλλομαι — αποχαντακώνω — συμπτύσσω — διαισθητικότητα — μηδέν — αλωπεκία — φθειρικός — συμπυρσοκρότησις — εμορφαίνω — ξεκόλλημα — αλάκτιστος — άμαθος — βεζικάντι — πρωτομαγιάτικα — πιεστήριο |
|||