Новогреческий словарь
αλημέριαστος
αλημέριαστ|ος
не нашедший пристанища
, убежища
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не нашедший пристанища
? —
αλημέριαστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλημέριαστος
? — не нашедший пристанища
#
(ново)греческий словарь
—
μπάσκετ-μπώλ
—
τυλώδης
—
μνήσκω
—
θηρεύω
—
πρόσβαση
—
κυβεύω
—
δικάζω
—
ενδοκρινολογικός
—
αλατόλοκκος
—
γέρος
—
αντίστιξη
—
ζωοτροφικός
—
ενδιαίτησις
—
λινοβάμβακος
—
πισωβελονιά
—
πτερυγίζω
—
ρητινόλασπη
—
τυρόπηγμα
—
κοψίδι
—
φραγκοδίφραγκα
—
σφιγκτήρ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,