|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ογκηθμός? — — βαθύμετρο — σεβνταλού — λείπομαι — κορυδαλλός — χαλίκωμα — απολυταρχικός — εξαρτία — δρυοκολάπτης — χιονιά — αστέρινος — ποταμόψαρο — παραγερνάω — ξιδερά — αναπολούμενος — γλυκομιλιά — στολίστρια — καλογεννημένος — κανονιέρα — κάρρο — αιδήμων — ζερκός |
|||