Новогреческий словарь
σουηδέζικος
σουηδέζικος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σουηδέζικος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φθογγόσημο
—
καθαρμός
—
άλτο
—
ανομοιότητα
—
λίθινος
—
κατασκηνωτής
—
στρατεύομαι
—
πολεμίζω
—
δίπραχτος
—
ανάγλυφη
—
αποψιλωτικό
—
ακροκέραμο
—
βοσκώ
—
λικέρ
—
φασόλα
—
γαντζομύτης
—
γωνιά
—
εκχώρηση
—
λαϊκός
—
εμβρέχω
—
αναξιότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве