Новогреческий словарь
γαβάτα
γαβάτα
η
миска, чашка
(деревянная или глиняная)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
миска
? —
γαβάτα
как на
(ново)греческом
будет слово
чашка
? —
γαβάτα
как с
(ново)греческого
переводится слово
γαβάτα
? — миска, чашка
#
(ново)греческий словарь
—
αντανακλομαι
—
επαναστατικά
—
μυοκαρδιοπάθεια
—
οσπριοφαγία
—
διαγούμισμα
—
οδοκαθαρίστρια
—
επιστομώ
—
νεροπρίονο
—
ατελείωτος
—
μεταμορφωμένος
—
σαμπάνια
—
σκαρταδούρα
—
εκλεκτικός
—
βασιλικός
—
βουτηγμένος
—
δεισιδαίμων
—
ανεμοβρόχι
—
αναχωματισμός
—
ξεφωνίζω
—
ενυπάρχω
—
αλλοδοξία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,