|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαγερία? — — ανάπτυγμα — δίθυρος — δασκαλική — αποκένωση — κράζω — αδικοσκοτώνω — εγκληματογραφία — λεξικογραφία — φινιστρίνι — καημός — καλλωπιστική — εγκάθειρξη — ήλωση — γραμματοσημόφιλος — αγουροξυπνημός — συχωριανός — δειλιώ — ριζόποδα — ανακουνιούμαι — σκύμνος — πλυντήρ |
|||