|
το отпечаток пальца #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отпечаток пальца? — δακτυλόγραμμα как с (ново)греческого переводится слово δακτυλόγραμμα? — отпечаток пальца — μονοκύλινδρος — σκαντζάρω — λειχήν — παν- — γδάρτης — κυτιοποιείο — νυχτ- — απογηράσκω — τέως — γλυκύλαλος — κεφαλή — δράση — τσιχλογέρακας — γαλακτοκομικός — μεταξοΰφαντος — αποχυλώνω — τοξότης — βυνοποιώ — υπομειδιώ — ελαφροσέρνω — φυσικοχημεία |
|||